Ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ, εμφανώς οργισμένος, κατήγγειλε για νιοστή φορά πως υφίσταται «πολιτικό διωγμό», «κυνήγι μαγισσών» και πως η δίωξη σε βάρος του δεν αποτελεί παρά «ανάμειξη στις εκλογές» του 2024.
Αυτή η ιστορία θα αποβεί «σε βάρος του Τζο Μπάιντεν», του διαδόχου και πιθανού αντιπάλου του στις προσεχείς προεδρικές εκλογές, προέβλεψε.
Ο κ. Τραμπ κατηγορεί τον δημοκρατικό νυν πρόεδρο πως του «έκλεψε» τη νίκη στις εκλογές του 2020 εδώ και πάνω από δύο χρόνια, χωρίς ωστόσο να έχει παρουσιάσει ποτέ κάποιο τεκμήριο γι’ αυτό.
Κατηγόρησε επίσης τους Δημοκρατικούς ότι χρησιμοποίησαν ως όπλο τη δικαιοσύνη για να ματαιώσουν την υποψηφιότητά του για το 2024.
«Πρόκειται για μια επίθεση στη χώρα μας, που παρόμοια δεν έχει υπάρξει στο παρελθον», έγραψε ο Τραμπ με κεφαλαία στο δίκτυό του Truth Social.
«Είναι επίσης μια συνεχιζόμενη επίθεση στις ελεύθερες και δίκαιες εκλογές μας. Οι ΗΠΑ είναι πλέον ένα έθνος του τρίτου κόσμου, ένα έθνος σε σοβαρή παρακμή. Τόσο λυπηρό!», πρόσθεσε.
«Αντίκειται προς τις αξίες της Αμερικής»
Μέσω του ιστοτόπου κοινωνικής δικτύωσης που δημιούργησε, Truth Social, ο θυελλώδης μεγιστάνας, που έφερε μεγάλες ανατροπές από το 2015 και έπειτα στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα και έθεσε επανειλημμένα υπό αμφισβήτηση την διάκριση των εξουσιών, πολυβόλησε αντιπάλους που δεν κατονόμασε:
«Με διώκουν επειδή ξέρουν πως θα είμαι στο πλευρό του αμερικανικού λαού και ότι δεν μπορώ να έχω δίκαιη δίκη στη Νέα Υόρκη», υποστήριξε ο κ. Τραμπ αναφερόμενος στη γενέτειρά του, παραδοσιακά οχυρό των δημοκρατικών.
Ο κυβερνήτης της Φλόριντας Ρον Ντε Σάντις, κατά πολλούς ο σημαντικότερος αντίπαλος του πρώην προέδρου στην εσωκομματική κούρσα των ρεπουμπλικάνων —παρότι δεν έχει επισημοποιήσει ακόμη την υποψηφιότητά του στις προεδρικές εκλογές του 2024— έκανε λόγο για ενέργεια που «αντίκειται προς τις αξίες της Αμερικής».
Τόνισε πως δεν θα ενέκρινε «αίτημα έκδοσης» του πρώην προέδρου, που κατοικεί στην πολιτεία του, στις αρχές της Νέας Υόρκης.
Ανεπιφύλακτα υπέρ του κ. Τραμπ τάχθηκε επίσης ο ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι, κατά τον οποίο «ο αμερικανικός λαός δεν πρόκειται να ανεχθεί αυτή την αδικία».
Ο κ. Μακάρθι διεμήνυσε ακόμη πως η Βουλή θα φροντίσει να «λογοδοτήσει» ο εισαγγελέας Μπραγκ για αυτή την «κατάχρηση εξουσίας άνευ προηγουμένου».
«Κανένας δεν είναι υπεράνω του νόμου»
Η Στόρμι Ντάνιελς, που συνεργάστηκε με τη δικαιοσύνη τα τελευταία σχεδόν έξι χρόνια, σχολίασε ειρωνικά μέσω Twitter πως δεν θα ήθελε να «της χυθεί η σαμπάνια». Ο δικηγόρος της Κλαρκ Μπρούστερ συμπλήρωσε «κανένας δεν είναι υπεράνω του νόμου».
Από πλευράς Δημοκρατικών, ο βουλευτής Άνταμ Σιφ υπογράμμισε πως «η άσκηση ποινικής δίωξης και η σύλληψη πρώην προέδρου είναι κάτι χωρίς προηγούμενο σε όλη την αμερικανική ιστορία».
Επί χρόνια, η αμερικανική δικαιοσύνη επιδιώκει να εξακριβώσει αν ο 76χρονος ρεπουμπλικάνος έκανε ψευδείς δηλώσεις (πλημμέλημα) ή αν παραβίασε τη νομοθεσία για τη χρηματοδότηση των προεκλογικών εκστρατειών (κακούργημα) όταν κατέβαλε το ποσό στην κυρία Κλίφορντ, λίγο καιρό πριν από την εκλογική του νίκη τον Νοέμβριο του 2016.
Ώστε να μην προχωρήσει σε αποκαλύψεις σχετικά με εξωσυζυγική σχέση που φέρεται να είχε μαζί της ο ενδιαφερόμενος δέκα χρόνια νωρίτερα.
Την επόμενη εβδομάδα, ο κ. Τραμπ θα «παραδοθεί» στη δικαιοσύνη, θα ακούσει να του απαγγέλλονται κατηγορίες, θα «συλληφθεί» συμβολικά, θα φωτογραφηθεί και θα ληφθούν τα αποτυπώματά του.
Θα κληθεί να δηλώσει αθώος ή ένοχος.
Ο άνθρωπος–κλειδί πίσω από αυτή την υπόθεση ακούει στο όνομα Μάικλ Κόεν: ο πρώην δικηγόρος εξ απορρήτων του Ντόναλντ Τραμπ μετατράπηκε σε μεγάλο εχθρό του.
Αυτός πλήρωσε την κυρία Κλίφορντ το 2016 κι έχει καταθέσει πως τα χρήματα του επιστράφηκαν.
Αφού εξέτισε την ποινή φυλάκισης που του είχε επιβληθεί, συνεργάστηκε στην έρευνα από τα τέλη του 2018 και προσήλθε επανειλημμένα να καταθέσει ενώπιον του σώματος ενόρκων.
Δεχόμενος το τελευταίο διάστημα καταιγισμό φραστικών πυρών από τον κ. Τραμπ, που τον χαρακτηρίζει «ζώο» και «ρατσιστή», καθώς και από άλλους ρεπουμπλικάνους, που του προσάπτουν «πολιτικάκίνητρα», ο εισαγγελέας Μπραγκ επισήμανε πως ο δισεκατομμυριούχος «δημιούργησε ψευδείς προσδοκίες» νωρίτερα αυτόν τον μήνα, όταν διαλαλούσε πως θα «συλλαμβανόταν» και καλούσε τους υποστηρικτές του να ξεσηκωθούν, με πρόθεση να δημιουργήσει σάλο, κάνονας λόγο για παρακώλυση και «ανάμιξη» στην έρευνα.
Στο Μανχάταν, γύρω από το δικαστήριο και γύρω από τον Trump Tower, τα πράματα ήταν ήσυχα χθες βράδυ.