Με τον όρο Άξιον Εστί (ή Άξιον Εστίν) αναφερόμαστε στο μεγαλυνάριο της Παναγίας, το οποίο ψάλλεται μετά την θ΄ Ωδή των Κανόνων και στην Θεία Λειτουργία αμέσως μετά τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων. Ως «Άξιον Εστίν» αναφέρεται και η εικόνα της Παναγίας που βρίσκεται σήμερα στο Ιερό Σύνθρονο του Ναού του Πρωτάτου, στις Καρυές του Αγίου Όρους. Θεωρείται η σημαντικότερη εικόνα του Αγίου Όρους, μιας και είναι «Εφέστιος» και «Προστάτις» των 20 Αγιορείτικων Μονών, αντίγραφο της οποίας βρίσκεται σε κάθε Μονή. Εορτάζει με μεγάλη θρησκευτική λαμπρότητα τη Δευτέρα του Πάσχα με λιτανεία στην περιοχή των Καρυών. Επίσης στις 11 Ιουνίου πραγματοποιείται Θεία Λειτουργία στο Πρωτάτο και πανήγυρη στο Ιερό Παντοκρατορικό Κελί του «Άξιον Εστίν», σε ανάμνηση του κάτωθεν Θαύματος.
Παράδοση – Θαύμα
Σε κοντινή απόσταση από τις Καρυές, την πρωτεύουσα του Αγίου Όρους, ζούσε ένας ενάρετος Ιερομόναχος με το νέο μαθητή του. Ένα Σάββατο βράδυ στις 11 Ιουνίου του 982 μ.Χ., ο Γέροντας ξεκίνησε να πάει στην αγρυπνία στο Ναό του Πρωτάτου. Ο μαθητής του που έμεινε μόνος του το βράδυ, δέχτηκε την επίσκεψη ενός αγνώστου μοναχού, ο οποίος του ζήτησε να παραμείνει την νύχτα στο κελί. Νωρίς τα χαράματα ως μοναχοί, σηκώθηκαν για να ψάλλουν την ακολουθία του Όρθρου στην μικρή εκκλησία του Κελιού. Φθάνοντας όμως στην θ΄ ωδή, ενώ ο μαθητής επρόκειτο να ψάλλει «Την Τιμιωτέραν των Χερουβίμ» ( τον αρχαίο ύμνο του Αγίου Κοσμά του Μελωδού) μπροστά στην εικόνα της Θεοτόκου, ο ξένος παρενέβαλε πριν από αυτό τα εξής:
‘« Άξιόν Εστιν ως αληθώς μακαρίζειν σε την Θεοτόκον,
την αειμακάριστον και παναμώμητον,
και Μητέρα του Θεού ημών.»
Ύστερα επισύναψε και την «Τιμιωτέρα» έως τέλους…
Ακούγοντας για πρώτη φορά τα λόγια αυτά ο μαθητής ένιωσε δέος και ζήτησε από τον φιλοξενούμενο να του γράψει τον ύμνο. Καθώς όμως δεν υπήρχε χαρτί, ο μοναχός χάραξε με το δάχτυλο του τα ιερά αυτά λόγια βαθιά και άκοπα σε μια πέτρινη πλάκα, προσθέτοντας : ”Στο εξής, έτσι να ψάλλουν όλοι οι Χριστιανοί τον ύμνο της Θεοτόκου.» Λέγοντας αυτά έγινε άφαντος, ενώ σύμφωνα με την παράδοση η εικόνα του Χριστού πάνω στο τέμπλο της εκκλησίας μεταφέρθηκε αστραπιαία στα αριστερά, και η εικόνα της Θεομήτορος στα δεξιά. Η αυτή διάταξη διατηρείται έως τις ημέρες μας, στο ξυλόγλυπτο τέμπλο του κελλιού.
Επιστρέφοντας ο Γέροντας άκουσε την διήγηση και είδε την χαραγμένη πλάκα. Αμέσως μαζί με τον μαθητή του έσπευσε να ανακοινώσει το θαύμα στον Πρώτο του Αγίου Όρους και στους άλλους Γέροντες. Αυτοί έστειλαν την αγγελοχάρακτη πλάκα στον Πατριάρχη και στον αυτοκράτορα της εποχής, έτσι ώστε ο ύμνος να διαδοθεί σε όλο τον Ορθόδοξο κόσμο.
Σύμφωνα με τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, ο άγνωστος εκείνος μοναχός δεν ήταν άλλος από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, ο οποίος πάντοτε ήταν «…ο ένθεος υμνολόγος της Θεοτόκου, και τροφεύς, και διακονητής, και χαροποιός αυτής Ευαγγελιστής…». Σύμφωνα με την ίδια πηγή, μετά από λίγες ημέρες η εικόνα μεταφέρθηκε στον Πρωτάτο όπου και τέθηκε στο Ιερό Σύνθρονο του ναού ως Παντάνασσα και στήριγμα πνευματικό, Ηγουμένη και Προστάτις όλου του Αγίου Όρους, το δε κελί που δέχθηκε την Αρχαγγελική επίσκεψη φέρει από τότε το όνομα «Άξιον εστί», ενώ ολόκληρη η τοποθεσία είναι γνωστή ως «Άδειν», από το αρχαίο ρήμα άδω που σημαίνει τραγουδώ, ψάλλω.
Ο υποτακτικός εκείνος που δέχτηκε την επίσκεψη του Αρχαγγέλου, τιμάται σήμερα ως Όσιος από την τοπική αγιορείτικη παράδοση. Μάλιστα λέγεται πως το όνομα του ήταν Γαβριήλ για αυτό και αναφέρεται ως «ο Όσιος Γαβριήλ ο ξενίσας τον Άγγελον», δηλαδή αυτός που «φιλοξένησε τον Άγγελο».
Ο ύμνος «Άξιον εστίν» στην λειτουργική ζωή της Εκκλησίας
Περί τα τέλη του 10ου αιώνα ήταν ευρέως διαδεδομένο στην κοινή ζωή της Εκκλησίας, το μεγαλυνάριο που σύνθεσε ο Αγ. Κοσμάς ο ποιητής, Επίσκοπος Μαϊουμά με αρχή «Την Τιμιωτέραν των Χερουβίμ…». Μετά την αγγελοφάνεια όμως στις αρχές του 10ου αιώνα και με απόφαση του Πατριάρχη ενσωματώνεται ο νέος αυτός ύμνος στα λειτουργικά κείμενα της Εκκλησίας και ειδικότερα στη Θ. Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Μετά το «Εξαιρέτως, της Παναγίας Αχράντου…», αφού έχει γίνει η μετουσίωση των Τιμίων Δώρων, ψάλλεται απο το α΄ χορό στον ίδιο ήχο που ψάλθηκε και το χερουβικό, το «Άξιον Εστίν», αν και συνήθως προτιμάται ο β΄ ήχος διότι κατά την παράδοση σε αυτό τον ήχο έψαλλε και ο Αρχάγγελος Γαβριήλ. Με την πάροδο του χρόνου ο θεομητορικός ύμνος του «Άξιον Εστίν» συναντάται σχεδόν σε κάθε ακολουθία: του Όρθρου, του Μικρού και Μεγάλου Παρακλητικού Κανόνα της Παναγίας, στο Μικρό Απόδειπνο αμέσως μετά τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, στην Ακολουθία της Τραπέζης.
Σήμερα, ολόκληρος ο ύμνος έχει ως εξής:
«Άξιον εστίν ως αληθώς
μακαρίζειν σε την Θεοτόκον,
την αειμακάριστον και παναμώμητον
και μητέρα του Θεού ημών.
Την τιμιωτέραν των Χερουβείμ
και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείμ
την αδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκούσαν,
την όντως Θεοτόκον,
Σε μεγαλύνομεν.»
Η εικόνα του «Άξιον Εστίν» – Λεπτομέρειες
Η εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου της επικαλουμένης «Άξιον Εστί» αγιογραφήθηκε πιθανότατα στην Κωνσταντινούπολη κατά το πρότυπο της Παναγίας Ελεούσας του Κύκκου της Κύπρου, η οποία είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά.
Είναι αγιογραφημένη στα χρόνια της εικονομαχίας. Γενικά η όλη τεχνοτροπία της εικόνας είναι αυστηρά βυζαντινή και η όψη της επιβλητική, με γλυκιά σοβαρότητα, γνώρισμα πολλών παλαιών εικόνων. Κατά το έτος 1836 το μεγαλύτερο μέρος της εικόνας σκεπάσθηκε με λιθοστόλιστο αργυροχρυσωμένο κάλυμμα (υποκάμισο), θαυμαστής αγιορείτικης τέχνης, το οποίο φέρει στο εξωτερικό της περίβλημα τις σφραγίδες των είκοσι μονών. Είναι διαστάσεων 70,5×44 εκ., χωρίς την αργυρή θήκη που την περιβάλλει. Λόγω του χρόνου που πέρασε, η μορφή της Θεοτόκου είχε αλλοιωθεί, αλλά μετά την συντήρηση διατηρείται σε ικανοποιητική κατάσταση και διαβάζεται η μεταγενέστερη επιγραφή «Μήτηρ Θεού Καρυώτισσα».
Το κύριο χαρακτηριστικό της είναι ότι η Υπέραγνη Μητέρα του Θεού κρατά τον Ιησού Χριστό (παιδί) στη δεξιά αγκαλιά της. Είναι ο τύπος της Θεοτόκου της Δεξιοκρατούσας. Το αριστερό χέρι του Ιησού εισχωρεί κάτω από το μαφόριο και το κουκούλιο της Θεοτόκου, προς τον κόρφο και την καρδιά της. Αυτό δείχνει και την εξάρτηση της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού από την τροφό Μητέρα Του. Ο Ιησούς Χριστός κρατά ειλητάριο στο δεξί χέρι Του που γράφει την προφητεία του Προφήτη Ησαΐα: «Πνεύμα Κυρίου επ’ εμέ, ου είνεκεν έχρισέ με…» (Προφ. Ησαΐας 61: 1). Εικόνες όπως αυτή χρησιμοποιήθηκαν κατά των αιρετικών, για την εικονογραφική διακήρυξη και διατύπωση του ορθοδόξου δόγματος της Εκκλησίας μας περί της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου.
Η εικόνα του «Άξιον Εστίν» και το Ελληνικό έθνος
Στις 3 Οκτωβρίου 1913 οι αγιορείτες μοναχοί, αφού έκαναν εκτενή δέηση με ολονύκτια αγρυπνία στο ναό του Πρωτάτου, συνέταξαν το μνημειώδες ψήφισμα «της αιωνίου και αδιάσπαστου ενώσεως μετά της Μητρός Ελλάδος», το οποίο υπέγραψαν οι ηγούμενοι και προϊστάμενοι των μοναστηριών, αφού πρώτα έβαζαν τρεις μετάνοιες μπροστά στην «εφέστιο των εφεστίων» εικόνα του Αγίου Όρους και κατασπάζονταν με βαθύτατη συγκίνηση και δάκρυα την πανάχραντο Δέσποινα και έφορο του Άθω. Το έγγραφο αυτό καθαρογράφτηκε, σφραγίστηκε απ’ τη Κοινότητα και τα μοναστήρια και στάλθηκε το μεν πρωτότυπο στον Βασιλέα Κωνσταντίνο «τον επί του Αγίου Όρους διάδοχον των αοιδίμων Αυτοκρατόρων, των ιδρυτών των ιερών μονών», αντίγραφα δε στη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, σε όλες τις κυβερνήσεις των Ορθοδόξων κρατών και στα μέλη «της εν Λονδίνω Πρεσβευτικής Συνδιασκέψεως». Η εικόνα του «Άξιον εστί» τυπώθηκε και στις επίσημες ομολογίες του εθνικού αγιορείτικου δανείου του 1931, μετά την ανεκτίμητη προσφορά απ’ τα μοναστήρια του μεγαλύτερου μέρους των αγιορείτικων μετοχίων προς αποκατάσταση των ακτημόνων και των προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής.
Το 1963, με αφορμή τον επίσημο εορτασμό της χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους, η πάνσεπτη εικόνα με απόφαση της Ιεράς Κοινότητος και με τη συνοδεία μητροπολιτών, πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, των αντιπροσώπων των μονών, των διακονητών του Πρωτάτου κ.ά. μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου την υποδέχτηκαν με εξαιρετικές τιμές, βαθύτατη ευλάβεια και συγκίνηση. Πλήθος πιστών της πρωτεύουσας είχαν έτσι την ευκαιρία να προσκυνήσουν τη σεβάσμια και ιστορική εικόνα, που για πρώτη φορά έβγαινε από το ιερό λίκνο της. Στην εκκλησία του Πρωτάτου γίνονται ημέρα και νύκτα οι ακολουθίες και συνεχίζονται αδιάκοπα οι παρακλήσεις και δεήσεις των μοναχών προς την Καρυώτισσα Θεοτόκο. Οι πολλές δημοσιεύσεις του υπομνήματος, οι εκδόσεις της ακολουθίας, το πλήθος των αντιγράφων και ιδιαίτερα η εξαιρετική διάδοση του αγγελοδίδακτου ύμνου του «Άξιον εστίν» έκαναν σ’ όλο τον κόσμο γνωστή την εικόνα.
Το Κελλί «Άξιον Εστίν» σήμερα
Διάφορα δυσάρεστα εθνικά και εκκλησιαστικά γεγονότα που συνέβησαν τον περασμένο αιώνα οδήγησαν το κελί της Παναγίας «Άξιον Εστίν» σε πλήρη λειψανδρία με κατάληξη τον πνευματικό και κτιριακό μαρασμό του.
Από τον Μάιο του 2014 το κελλί άρχισε να επανδρώνεται ξανά. Μέχρι το τέλος του περασμένου έτους (2019) δημιουργήθηκε μια αδελφότητα με 6 μέλη, με αποτέλεσμα την επαναλειτουργία του κελιού και την προσπάθεια αναστύλωσης του.
Η παλαιότητα και η σημαντική πνευματική του ιστορία, οδήγησε πολλούς από τους συλλόγους που προστατεύουν το Άγιο όρος να προσφέρουν την βοήθεια τους. Οι Φίλοι του Αγίου Όρους Αγγλίας FOMA, οι Φίλοι του Αγίου Όρους Γερμανίας είναι μερικοί από τους συλλόγους που υποστηρίζουν το έργο. Σημαντική είναι η στήριξη του Ελληνικού Λαού ενώ το έργο ανοικοδόμησης αγκάλιασε πρόσφατα με πολύ ζέση και ο λαός της Κύπρου, θέτοντας τα θεμέλια του πρώτου κτιρίου -ενός πρώην ολοσχερώς κατεστραμμένου κτιρίου στον περιβάλλοντα χώρο.
Μέχρι σήμερα συνεχίζεται η προσπάθεια συγκέντρωσης του απαιτούμενου ποσού αναστύλωσης, με την προσφυγή σε Ευρωπαϊκούς και Διεθνείς Οργανισμούς Προστασίας Μνημείων.