Τα αποτελέσματα ειδικής μελέτης για το ρόλο και το αποτύπωμα του κλάδου παρουσίασε σε συνέντευξη Τύπου Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Ιατρικών και Βιοτεχνολογικών Προϊόντων (ΣΕΙΒ).
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από το Ινστιτούτο Πολιτικής Υγείας (ΙΠΥ) για λογαριασμό του Συνδέσμου.
Το αντικείμενο της ειδικής μελέτης αφορά στην καταγραφή της υφιστάμενης κατάστασης και τις προοπτικές της αγοράς των ιατρικών και βιοτεχνολογικών προϊόντων στην Ελλάδα.
Στη διάρκεια της εκδήλωσης συζητήθηκαν και απόψεις εκπροσώπων της επιστημονικής κοινότητας και της Ένωσης Ασθενών.
Σημείωσε ότι «στον ιατροβιοτεχνολογικό κλάδο δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη περίπου 34.000 εταιρείες που απασχολούν περισσότερους από 800.000 εργαζόμενους και καταγράφουν κύκλο εργασιών της τάξης των 140 δισ. €, ο οποίος αντιστοιχεί στο 25%-30% της αντίστοιχης παγκόσμιας αγοράς. Στη χώρα μας, ο κύκλος εργασιών των εταιρειών του κλάδου προσεγγίζει τα 2,3 δισ. €, ενώ ο αριθμός των εργαζομένων ξεπερνά τα 11.000 άτομα. Σημειώνεται ότι τη ραχοκοκαλιά του κλάδου αποτελούν μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, καθώς ο μέσος αριθμός εργαζομένων ανά εταιρεία είναι 23 άτομα. Οι προοπτικές του κλάδου για ακόμα μεγαλύτερο αποτύπωμα σε όρους κύκλου εργασιών και απασχόλησης μπορούν να γίνουν ακόμα καλύτερες, εφόσον διαμορφωθούν πιο σταθερές συνθήκες στην αγορά, η οποία μπορεί να καταστεί εξόχως ελκυστική για νέες επενδύσεις» και κατέληξε «είναι ενδεικτικό, ότι το ποσοστό των απαιτήσεων έναντι των πωλήσεων ανέρχεται σε 60%, ενώ οι ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις από τα νοσοκομεία ξεπερνούν το 1,3 δισ. €, συνθήκη, η οποία αναμφίβολα λειτουργεί ανασταλτικά σε σχέση με τον στόχο της προσέλκυσης περισσότερων επενδύσεων στη χώρα, προς όφελος των ασθενών αλλά και του ίδιου του συστήματος υγείας».
Κατά την ομιλία του, ο δρ Θάνος Χαλαζωνίτης, διευθυντής Ακτινολογικού Εργαστηρίου και Διευθυντής Ιατρικής Υπηρεσίας του Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα» αναφέρθηκε στην αξία της καινοτομίας και χρήσης των ιατροτεχνολογικών προϊόντων στην καθημερινή πράξη άσκησης της κλινικής ιατρικής, τόνισε τη σημασία της προσβασιμότητας και διαθεσιμότητας ιατροτεχνολογίας και εξέφρασε την άποψη πως «ένας από τους βασικούς ρόλους του κλάδου των Ι/Π, είναι να συμβάλλει ποικιλοτρόπως στην συνεχιζόμενη εκπαίδευση, να προάγει αδιαλείπτως την ενημέρωση και να υποστηρίζει ενεργά την κατάρτιση των ιατρών, συνεπικουρώντας τις κάθε είδους εκπαιδευτικές δραστηριότητες (συνέδρια, σεμινάρια, μαθήματα κ.λπ.) και καθιστάμενος έτσι ως ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των αναγκών της ιατρικής κοινότητας και των απαιτήσεων των ασθενών».
Ο γενικός γραμματέας της Ένωσης Ασθενών Ελλάδας, Γεώργιος Καλαμίτσης αφού έκανε μνεία στη σημαντική συνεισφορά της Βιομηχανίας, τόνισε αφενός την ανάγκη αύξησης της χρηματοδότησης ώστε οι Έλληνες ασθενείς να μην είναι υποδεέστεροι στην πρόσβαση σε καινοτόμα ιατροτεχνολογικά προϊόντα, σε σύγκριση με τους λοιπούς Ευρωπαίους και αφετέρου ότι, καθώς οι πόροι είναι πεπερασμένοι, τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα πρέπει να είναι προσιτά μέσω μιας θεσπισμένης διαδικασίας αξιολόγησης τεχνολογιών υγείας, με κριτήρια ποιότητας, όπου πάγιο αίτημα των ασθενών είναι η συμμετοχή τους.
Με αφορμή τη μελέτη ο πρόεδρος του ΔΣ του ΣΕΙΒ Δημήτρης Νίκας δήλωσε ότι ο κλάδος των Ιατροτεχνολογικών Προϊόντων (Ι/Π), ως ο κατ’ εξοχήν κλάδος της καινοτομίας «παρουσιάζει τεράστια συμβολή στη Δημόσια Υγεία και στη διατήρηση της ποιότητας ζωής, και η καταγραφή των στοιχείων αποδεικνύουν τη συνεισφορά και υπεραξία του σε υγειονομικό, οικονομικό-επιχειρηματικό και κοινωνικό επίπεδο, ενώ αναφερόμενος στη δυναμική του κλάδου σημείωσε ότι η αδυναμία επίλυσης χρόνιων προβλημάτων καθυστερούν την ανάπτυξη και εξέλιξη των επιχειρήσεων του κλάδου και την είσοδο νέων τεχνολογιών στην χώρα μας. Ως δυναμικός και καινοτόμος κλάδος, με πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις και εξειδικευμένο προσωπικό, μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στο μετασχηματισμό της υγείας και να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη».