Το Yanar Dag είναι μία «παρενέργεια» των άφθονων αποθεμάτων φυσικού αερίου της χώρας, τα οποία μερικές φορές διαρρέουν στην επιφάνεια και στη διάρκεια των χιλιετών έχει γοητεύσει και τρομάξει τους ταξιδιώτες στο Αζερμπαϊτζάν.
Η «φλεγόμενη πλαγιά» του Yanar Dag είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους το Αζερμπαϊτζάν αποκαλείται «γη της φωτιάς»
Αρχαία θρησκεία
Φωτιές σαν κι αυτές υπήρχαν κάποτε πολλές στο Αζερμπαϊτζάν, αλλά επειδή οδήγησαν σε μείωση της πίεσης του φυσικού αερίου και παρεμπόδιζαν την εξόρυξή του, το κράτος τις έσβησε. Το Yanar Dag είναι ένα από τα λίγα εναπομείναντα παραδείγματα και ίσως το πιο εντυπωσιακό.
Κάποτε οι φωτιές αυτές έπαιζαν βασικό ρόλο στην αρχαία θρησκεία του Ζωροαστρισμού, η οποία ιδρύθηκε στο Ιράν και άκμασε στο Αζερμπαϊτζάν την πρώτη χιλιετία πΧ.
Σήμερα, οι περισσότεροι επισκέπτες που φτάνουν στο Yanar Dag έρχονται για το θέαμα και όχι για θρησκευτικούς λόγους. Η εμπειρία είναι πιο εντυπωσιακή τη νύχτα ή το χειμώνα. Όταν πέφτει χιόνι, οι νιφάδες διαλύονται στον αέρα χωρίς ποτέ να αγγίζουν το έδαφος.
Ας σημειωθεί πάντως, ότι κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι αρχαίες φωτιές του Yanar Dag δεν είναι καθόλου αρχαίες, αλλά άναψαν στη δεκαετία του 1950…
Ναός της Φωτιάς Ateshgah
Για μια βαθύτερη κατανόηση της ιστορίας της λατρείας της φωτιάς στο Αζερμπαϊτζάν, οι επισκέπτες θα πρέπει να κατευθυνθούν όχι στα βόρεια του Μπακού όπου βρίσκεται το Yanar Dag, αλλά ανατολικά, στο Ναό της Φωτιάς Ateshgah, ένα πενταγωνικό συγκρότημα που χτίστηκε τον 17ο και 18ο αιώνα από Ινδούς εποίκους στο Μπακού.
Οι τελετουργίες φωτιάς σε αυτόν τον χώρο χρονολογούνται από τον 10ο αιώνα ή νωρίτερα. Το όνομα Ateshgah προέρχεται από την περσική λέξη «σπίτι της φωτιάς» και το κεντρικό σημείο του συγκροτήματος είναι ένας ιερός βωμός χτισμένος πάνω σε φρέαρ φυσικού αερίου.
Μια φυσική, αιώνια φλόγα έκαιγε εδώ στον κεντρικό βωμό μέχρι το 1969, αλλά αυτές τις μέρες η φωτιά τροφοδοτείται από την κύρια παροχή φυσικού αερίου του Μπακού και ανάβει μόνο για τους επισκέπτες.
Ο ναός συνδέεται με τον Ζωροαστρισμό, αλλά η ιστορία του ως ινδουιστικού τόπου λατρείας είναι καλύτερα τεκμηριωμένη.
Χτισμένο σαν καραβανσεράι (πανδοχείο για ταξιδιώτες), το συγκρότημα διαθέτει μια περιφραγμένη αυλή που περιβάλλεται από 24 κελιά και δωμάτια, που χρησιμοποιούνταν από προσκυνητές, διερχόμενους εμπόρους και ασκητές.
Ο ναός έπαψε να χρησιμοποιείται ως τόπος λατρείας στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν αναπτύχθηκαν οι γύρω πετρελαιοπηγές. Έγινε μουσείο το 1975, προτάθηκε για μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO το 1998 και σήμερα υποδέχεται περίπου 15.000 επισκέπτες ετησίως.