Ένας τύπος που ξεκίνησε από το πουθενά. Ο ίδιος τύπος που ύστερα από σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα παραμένει ο απόλυτος ηγέτης. Ο ίδιος άνθρωπος. Το «περιστέρι με τα σιδερένια φτερά»,όπως συνηθίζει να αποκαλεί τον εαυτό του.
Μια ιδιότυπη αυτοαναφορική επιλογή που εμπεριέχει εκείνο το βάναυσο πουθενά αλλά κι αυτό το ολοκληρωτικό παντού. Διαφεντευτής δύο κόσμων προσωπικών.
Του κόσμου της φτώχειας μέσα σε ένα διαμέρισμα πέμπτου ορόφου μιας πολυκατοικίας υπό κατάρρευση χωρίς τρεχούμενο νερό, με κοινόχρηστη τουαλέτα και μόνιμους επισκέπτες τεράστια ποντίκια.
Του κόσμου της παντοκρατορίας του και των 300 δισεκατομμυρίων δολαρίων προσωπικής περιουσίας, χωρίς ο αριθμός αυτός να μπορεί να επιβεβαιωθεί. Το αγόρι που κυνηγούσε με ραβδιά τα ποντίκια, είναι σήμερα «πιθανώς ο πιο άπιαστος γρίφος στο κυνήγι του πλούτου», σύμφωνα με τον Forbes.
Ένα από τα ποντίκια κάποτε του επιτέθηκε. «Μου έδωσε ένα καλό μάθημα, φοβήθηκα πολύ όταν με κυνήγησε αυτό αντί να το κυνηγάω εγώ». Ο Βλαντίμιρ Πούτιν εκείνο το πρωινό ορκίστηκε να μην υπάρξει ποτέ ξανά αδύναμος.
Πολλοί είδαν σε εκείνον έναν πολιτικό που θέλησε να βάλει τη χώρα σε μια μεταρρυθμιστική πορεία φιλελευθεροποίησης. Λιγότεροι κατανόησαν τότε στα ξεκινήματα ότι για τον Βλαντίμιρ Πούτιν ο μετασχηματισμός ισοδυναμούσε με τον πλήρη έλεγχο του κράτους, της δικαιοσύνης, των μέσων ενημέρωσης. Η κυριαρχία ισοδυναμούσε με τυφλή υπακοή στον ίδιο.
Η Κάθριν Μπέλτον, πρώην ανταποκρίτρια των Financial Times και συγγραφέας βιβλίου με μαρτυρίες από ανθρώπους που βρέθηκαν πολύ κοντά στον Βλαντίμιρ Πούτιν, στέκεται σε αυτή του μεγιστάνα του αλουμινίου, Όλεγκ Ντεριπάσκα για να καταδείξει την επιρροή που ασκούσε διαχρονικά ο ισχυρός άνδρας της Ρωσίας.
«Εάν το κράτος μάς έλεγε να σταματήσουμε τις επιχειρήσεις μας, τότε θα το κάναμε αμέσως». Ο Βλαντίμιρ Πούτιν ήταν και παραμένει αδίστακτος. Στα απομνημονεύματά του ο Μπαράκ Ομπάμα έγραψε: «ο Πούτιν μού θύμισε άτομα αναθρεμμένα σύμφωνα με τους νόμους των δρόμων, τα σκληρά αφεντικά που κυβερνούσαν το Σικάγο».
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν δεν αφήνει (τόσο εύκολα) το Κρεμλίνο
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν το 2020 προχώρησε στη μεταρρύθμιση του Συντάγματος ώστε να μπορεί να παραμείνει στο Κρεμλίνο ως το 2036, όταν και θα είναι 84 ετών.
Έτσι, διεκδικεί ακόμα μια εξαετή προεδρική θητεία, τρέχοντας σε μια κούρσα χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο. Χαρακτηριστικό της πλήρους αποσιώπησης κάθε αντιπολιτευτικής φωνής η περίπτωση των γηραιότερων κατοίκων των επαρχιών της Ρωσίας οι οποίοι παρακολουθώντας τις ειδήσεις στην κρατική τηλεόραση σχηματίζουν την άποψη ότι δεν υπάρχει εναλλακτική επιλογή.
Oπως όλα δείχνουν ο Βλαντίμιρ Πούτιν θα εξασφαλίσει κάτι παραπάνω από 80% και θα παραμείνει στο Κρεμλίνο συνεχίζοντας τη συντηρητική και κατασταλτική πολιτική που έχει δεκαετίες υιοθετήσει για «το μέλλον της Ρωσίας».
Η μεγαλοϊδεατική φαντασίωση του Πούτιν να «αποκαταστήσει την ιστορική ενότητα τη Ρωσίας» τον οδήγησε να εισβάλει στην Ουκρανία σε μια «ειδική στρατιωτική επιχείρηση», όπως ο ίδιος τη χαρακτήρισε «για να επιστρέψει η χώρα στην ιστορική σλαβική ένωσή της με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία».
Το σάμπο, οι Beatles, ο κατάσκοπος και η καθοριστική γνωριμία
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν γεννήθηκε στις 7 Οκτωβρίου του 1952 στο Λένινγκραντ της Σοβιετικής Ένωσης. Είναι το τρίτο παιδί του Βλαντίμιρ Σπιριντόνοβιτς Πούτιν και της Μαρίας Ιβάνοβνα Πούτινα.
Ο πατέρας του ήταν χαμηλόβαθμος στρατιωτικός και υπηρέτησε στον στόλο υποβρυχίων στις αρχές της δεκαετίας του 1930 και η μητέρα του ήταν εργάτρια σε εργοστάσιο.
Ο Πούτιν μιλώντας στον Αντρέι Κοντρασόφ, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του, αποκάλυψε ότι ο παππούς του «ήταν μάγειρας του Λένιν και μετά του Στάλιν», με τον δημοσιογράφο να συμπληρώνει ότι ο Σπιρίντον Πούτιν μαγείρευε για το «σοβιετικό κατεστημένο» μέχρι τα βαθιά του γεράματα. Ο παππούς Πούτιν ακολούθησε απλά την «παράδοση» της οικογένειας αφού όλα τα μέλη της πάντα μαγείρευαν.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν είναι το μοναδικό καταγεγραμμένο παιδί της οικογένειας στα αρχεία της ΕΣΣΔ, είναι όμως βέβαιο -παρά την έντονη μυστικότητα που περιβάλλει την προσωπική του ζωή- ότι είχε δύο ακόμα αδέρφια.
Ο Αλμπέρτ γεννήθηκε στη δεκαετία του 1930 αλλά πέθανε σε βρεφική ηλικία. Ο Βίκτορ γεννήθηκε το 1940 και πέθανε το 1942 από διφθερίτιδα και ασιτία κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Λένινγκραντ από τις δυνάμεις της Ναζιστικής Γερμανίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σπάνιες και οι δικές του αναφορές στα παιδικά του χρόνια, οι οποίες εξίσου σπάνια θυμίζουν ανάσυρση συναισθηματικών αναμνήσεων. Ο ίδιος ο Πούτιν είχε πει ότι θυμόταν τα πιροσκί που έψηνε η μητέρα του και τον βαφτιστικό σταυρό που του έδωσε το 1993, όταν επισκέφθηκε το Ισραήλ, για να τον ευλογήσουν στα Ιεροσόλυμα.
Την 1η Σεπτεμβρίου του 1960, ο Βλαντίμιρ Πούτιν άρχισε να φοιτά στο 193ο δημοτικό σχολείο. Οι δάσκαλοί του μίλησαν στους βιογράφους του και περιέγραψαν ένα ζωηρό και οξύθυμο παιδί που συχνότατα έμπλεκε σε καυγάδες. Ήταν όμως κι ένα μικροκαμωμένο κι αδύναμο παιδί για αυτό και οι καυγάδες τελείωναν με εκείνον ηττημένο και ουκ ολίγες φορές χτυπημένο.
«Ο αδύναμος τα χάνει όλα» κι ο Πούτιν δεν ήθελε να είναι -ούτε και να δείχνει- αδύναμος. Ξεκίνησε κάνοντας σάμπο (ένα είδος ρωσικής πολεμικής τέχνης αυτοάμυνας) και συνέχισε με τζούντο.
Σώμα και πνεύμα. Από πολύ νωρίς μελέτησε Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν. Ως έφηβος, ο Πούτιν είχε «εθιστεί» με τη σειρά μυθιστορημάτων και ταινιών «Η ασπίδα και το σπαθί», την ιστορία ενός σοβιετικού μυστικού πράκτορα.
Ο Πούτιν χρόνια αργότερα θα επιβεβαιώσει τη φήμη και θα δηλώσει πως είχε εντυπωσιαστεί από το πώς «ένας κατάσκοπος θα μπορούσε να αποφασίσει τη μοίρα χιλιάδων ανθρώπων».
Θα γίνει δεκτός στο, με περγαμηνές, «Σχολείο 281». Παρακολούθησε μαθήματα γερμανικών και βιολογίας, έγινε μέλος της ομάδας χάντμπολ κι έκανε μουσική εκπομπή στον ραδιοφωνικό σταθμό του σχολείου με τα τραγούδια των Beatles να είναι το αγαπημένα του.
«Η μουσική των Beatles ήταν μια γουλιά ελευθερίας και δίδαξε τους νέους της Σοβιετικής Ένωσης ότι υπάρχει και μια άλλη ζωή», θα πει ο Πούτιν στον Πολ ΜακΚάρτνεϊ πολλά χρόνια αργότερα σε συνάντησή τους.
Ολοκλήρωσε το σχολείο και το 1970 ξεκίνησε να φοιτά στη Νομική Σχολή του Κρατικού Πανεπιστημίου Αντρέι Ζντάνοφ του Λένινγκραντ. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης και παρέμεινε μέλος του έως το 1991, όταν και έπαψε να υπάρχει.
Μετά τη Νομική ακολούθησε το διδακτορικό του στα Οικονομικά (μια λεπτομέρεια της ζωής του η οποία από πολλούς αμφισβητείται). Ήταν στο Λένινγκραντ που ο Βλαντίμιρ Πούτιν έκανε μία από τις σημαντικότερες γνωριμίες της ζωής του. Ο Ανατόλι Σομπτσάκ ήταν τότε επίκουρος καθηγητής και δίδασκε δίκαιο των επιχειρήσεων.
Ο Σομπτσάκ έγινε άνθρωπος της απολύτου εμπιστοσύνης του. Ήταν ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες και φίλους του. Ο Πούτιν βοήθησε σημαντικά την πολιτική σταδιοδρομία του Σομπτσάκ στην Αγία Πετρούπολη και αργότερα ο Σομπτσάκ βοήθησε την πολιτική σταδιοδρομία του Πούτιν στη Μόσχα κι έγινε ένας από τους συγγραφείς του ρωσικού συντάγματος.
Ήταν τέτοια η σχέση τους, για σχεδόν τρεις δεκαετίες, που ο Πούτιν έκλαψε για πρώτη και τελευταία φορά μπροστά στις κάμερες, κατά τη διάρκεια της κηδείας του το 2000.
Κεφάλαιο KGB
«Η ζωή του Πούτιν άλλαξε όταν μπήκε στην KGB. Η KGB ήταν το πιο δυνατό ίδρυμα της Σοβιετικής Ένωσης. Αν το συγκρίνω με ό,τι έχει η Αμερική, θα πω ότι ήταν το FBI, η CIA, το NSA και ό,τι άλλο σε επίπεδο πληροφοριών μαζί. Όλα σε ένα. Ένα μονοπώλιο που παρήγαγε βία.
Υπήρχε τμήμα που ήλεγχε τους πολίτες, άλλο για τους διανοούμενους, διαφορετικό για τις επιστήμες, ξεχωριστό για την εκκλησία ή τα μίντια ή τα σπορ και ούτω καθ’ εξής. Αστυνόμευε τους πολιτικούς, το χρήμα, τις επιχειρήσεις. Αστυνόμευε τα πάντα. Και την ίδια ώρα είχε πρόσβαση παντού», γράφει η Yevgenia Albats, ρωσίδα δημοσιογράφος και πολιτική επιστήμονας.
Σύμφωνα με τα αρχεία πρακτόρων της KGB, ο Βλαντίμιρ Πούτιν έγινε δεκτός το 1975. Εκείνη τη χρονιά εγκρίθηκαν 72 αιτήσεις από τις συνολικά 1.037 που κατατέθηκαν.
Εκπαιδεύτηκε στο «Σχολείο 401» στην Όχτα. Αποφοιτώντας εργάστηκε πρώτα στη «Δεύτερη Γενική Διεύθυνση» της KGB, στην αντικατασκοπεία και μετέπειτα στην «Πρώτη Γενική Διεύθυνση», παρακολουθώντας ξένους και προξενικούς αξιωματούχους που ζούσαν στην πόλη.
Τον Σεπτέμβριο του 1984, στάλθηκε στη Μόσχα για περαιτέρω εκπαίδευση στο Ινστιτούτο Ερυθράς Σημαίας Γιούρι Αντρόποφ. Από το 1985 έως το 1990, υπηρέτησε στη Δρέσδη της Ανατολικής Γερμανίας, ως μεταφραστής και κυκλοφορούσε με διαβατήριο στο όνομα «Αντάμοφ».
Η περίοδος της Δρέσδης είναι η πλέον αμφιλεγόμενη καθώς οι απόψεις για τον ρόλο του Πούτιν διίστανται. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν φέρεται να ηγήθηκε επανειλημμένα συνωμοτικών συναντήσεων μεταξύ της KGB, του ανατολικογερμανικού υπουργείου Κρατικής Ασφάλειας και της RAF.
Ανάμεσα στα καθήκοντά του ήταν και η στρατολόγηση ανατολικογερμανών που ταξίδευαν συχνά στη Δύση, προκειμένου να συλλέγουν πληροφορίες με τη βοήθεια ασύρματων επικοινωνιών. Η δημοσιογράφος Κάθριν Μπέλτον υποστηρίζει ότι η πραγματική αποστολή του εκεί ήταν ο συντονισμός και η υποστήριξη της επαναστατικής οργάνωσης Φράξια Κόκκινος Στρατός, μέλη της οποίας κρύβονταν συχνά στη Δρέσδη με την ανοχή της Στάζι.
Αυτή είναι η μία πλευρά, η πιο «μάχιμη». Υπάρχει όμως και η άλλη, εκείνη που θέλει τον «χωρίς ιδιαίτερα προσόντα» Πούτιν να ασχολείται με δουλειά γραφείου. «Ο Πούτιν και οι συνάδελφοί του περιορίστηκαν κυρίως στη συλλογή αποκομμάτων του Τύπου, συμβάλλοντας έτσι στη συγκέντρωση βουνών από αχρείαστες πληροφορίες για την KGB», έγραψε η Ρωσοαμερικανίδα Μάσα Γκέσεν.
Την ίδια εκτίμηση με την Γκέσεν έχουν εκφράσει και ο πρώην αρχηγός κατασκοπείας της Στάζι Μάρκους Βολφ και ο πρώην συνάδελφος του Πούτιν στην KGB, Βλαντίμιρ Ουσόλτσεφ. Στα αρχεία της Στάζι που έχουν δημοσιοποιηθεί μέχρι στιγμής, υπάρχουν μόνο λίγες σελίδες στις οποίες αναφέρεται ο Πούτιν και αυτές περιλαμβάνουν ασήμαντα γεγονότα.
Σύμφωνα με τον Χορστ Γιέμλιχ, σύμβουλο του τελευταίου επικεφαλής της Στάζι στη Δρέσδη, ο Πούτιν έπαιξε μικρό ρόλο στον περιφερειακό σταθμό της KGB και υποστηρίζει πως ήταν περισσότερο ένα «παιδί για τα θελήματα» μιλώντας στο Der Spiegel.
Με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης προ των πυλών, οι διαδηλώσεις των ανατολικογερμανών κορυφώνονται. Στις 9 Νοεμβρίου του 1989, όταν και έπεσε το τείχος του Βερολίνου, το παράρτημα της Δρέσδης χρειάστηκε να κάψει τα έγγραφα που είχε στην κατοχή της η KGB.
Στην επίσημη αυτοβιογραφία του Πούτιν, αναφέρεται ότι έσωσε τα αρχεία του Σοβιετικού Κέντρου Πολιτισμού και της KGB στη Δρέσδη, πριν αυτά καταλήξουν στα χέρια των Δυτικογερμανών.
Στις 6 Δεκεμβρίου του 1989, ο Πούτιν ήρθε αντιμέτωπος με μια ομάδα διαδηλωτών μπροστά από τα γραφεία της Στάζι. Κάλεσε τους ανωτέρους του για να ζητήσει βοήθεια, όμως η απάντηση που έλαβε ήταν λακωνική και απολύτως ξεκάθαρη: «χωρίς τις εντολές της Μόσχας δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα».
Και δεν έκαναν. Εκείνη η ημέρα σήμανε για τον Πούτιν την αρχή του τέλους. Εκείνη η ταπεινωτική στιγμή παρέμεινε μέσα του ως μια διαρκής υπενθύμιση πως «ο αδύναμος τα χάνει όλα». Ο Πούτιν αιτήθηκε μιας θέσης στην υπηρεσία πληροφοριών της Μόσχας. Του την αρνήθηκαν.
Σε λιγότερο από έναν χρόνο, ο Πούτιν με την οικογένειά του είχαν εγκαταλείψει την Ανατολική Γερμανία και είχαν επιστρέψει στο Λένινγκραντ. Του προσφέρθηκε μια θέση μυστικού πράκτορα στην παρακολούθηση ξένων φοιτητών που σπούδαζαν στο Πανεπιστήμιο Αντρέι Ζντάνοφ, το πανεπιστήμιο στο οποίο σπούδασε και ο ίδιος.
Επίσημα εργαζόταν ως βοηθός του Προέδρου του Πανεπιστημίου. Η περίοδος της KGB διαμόρφωσε τον χαρακτήρα αλλά και τη σκέψη του Βλαντίμιρ Πούτιν.
«Είναι πολύ έξυπνος. Ευφυής, ικανός και εξαιρετικά εκπαιδευμένος χάριν της φοίτησής του στη Σχολή, όπου είχε μάθει και πώς να ‘στρατολογεί’ τους σωστούς ανθρώπους. Αυτά χρησιμοποίησε. Αν μιλήσετε με ανθρώπους που τον ξέρουν, θα σας πουν ότι είναι πολύ γοητευτικός και λέει όσα θέλετε να ακούσετε. Σε κάνει να νιώσεις φίλος του και ότι μαζί μπορείτε να κάνετε τα πάντα. Αυτό το αφήγημα το πίστεψαν όλοι όσοι τον συνάντησαν στα μέσα του ’90.
Έπεισε τους πάντες πως είναι δημοκράτης. Δεν είναι. Είναι επαγγελματίας ψεύτης, ο οποίος κατέχει άριστα την τέχνη της προσποίησης», θα σημειώσει η Yevgenia Albats. Ο Πούτιν θα παραιτηθεί στις 20 Αυγούστου του 1991 από την KGB με τον βαθμό του Αντισυνταγματάρχη, για να ακολουθήσει τον Σομπτσάκ ο οποίος μόλις είχε διοριστεί δήμαρχος Λένινγκραντ.
Ο γάμος με τη Λιουντμίλα, το διαζύγιο και η «τσαρίνα χωρίς στέμμα»
«Έχω προσωπική ζωή και δεν επιτρέπω σε κανέναν να ασχολείται με αυτή» έχει δηλώσει επανειλημμένα ο Βλαντίμιρ Πούτιν. Κάθε επιθυμία του διαταγή για αυτό και ξέρουμε ελάχιστα για την οικογένειά του. Ξέρουμε, μάλλον, όσα εκείνος θέλει να ξέρουμε. Ο γάμος του με τη Λιουντμίλα Πούτινα είναι ένα από αυτά.
Στις 28 Ιουλίου του 1983, ο Πούτιν παντρεύτηκε τη Λιουντμίλα Σκρέμπνιεβα και έζησαν μαζί στην Ανατολική Γερμανία από το 1985 έως το 1990. Έχουν δύο κόρες, τη Μαρία Βοροντσόβα, η οποία γεννήθηκε στις 28 Απριλίου 1985 στο Λένινγκραντ (σημερινή Αγία Πετρούπολη) και την Κατερίνα Τίχονοβα, η οποία γεννήθηκε στις 31 Αυγούστου 1986 στη Δρέσδη.
Ο Πούτιν έχει έναν εγγονό από την πρώτη του κόρη και σύμφωνα με κάποια ανεπιβεβαίωτα δημοσιεύματα και μια εγγονή από τη δεύτερη κόρη του.
Στις 6 Ιουνίου του 2013, Πούτιν και Λιουντμίλα, έπειτα από μια μακρά περίοδο δικής της «εξαφάνισης», ανακοίνωσαν το τέλος του γάμου τους. Την 1η Απριλίου του 2014, το Κρεμλίνο επιβεβαίωσε ότι το διαζύγιο είχε οριστικοποιηθεί.
Μετά τον χωρισμό του, σύμφωνα με τα ρωσικά μέσα, δημιούργησε δεσμό με την αθλήτρια Αλίνα Καμπάγιεβα. Τα δυτικά μέσα κάνουν λόγο για σχέση με την Καμπάγιεβα πολύ πριν χωρίσει από τη Λιουντμίλα. Ανεπίσημες πηγές κάνουν λόγο κατά καιρούς για ύπαρξη εξώγαμων παιδιών.
Ως μητέρες των παιδιών έχουν αναφερθεί η Σβετλάνα Κριβονόγκιχ και η Αλίνα Καμπάγιεβα. «Τέτοια είναι η ζωή. Και για ‘μένα γράφουν όλων των ειδών τα σκουπίδια», θα αρκεστεί να δηλώσει ο Πούτιν, χωρίς φυσικά ποτέ να πάρει θέσει επί των φημών για την «τσαρίνα χωρίς στέμμα» Αλίνα Καμπάγιεβα.
Η άνοδος του Βλαντίμιρ Πούτιν στην εξουσία
Είναι ο άνθρωπος που βρίσκεται τη σωστή στιγμή στη σωστή θέση. Τον Μάρτιο του 1994 προβιβάζεται σε πρώτο Αντιπρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου (αναπληρωτής Δήμαρχος) ενώ εκτός από την εμπορική πολιτική του Δήμου αναλαμβάνει την εποπτεία των ΜΜΕ και των Σωμάτων Ασφαλείας.
Μετά την ήττα του Ανατόλι Σομπτσάκ στις περιφερειακές εκλογές του 1996 και τη φυγή του στο εξωτερικό, ο Πούτιν αποφασίζει να εγκαταλείψει την Αγία Πετρούπολη για τη Μόσχα. Τον Μάρτιο του 1997 καταλαμβάνει το πρώτο του κρατικό αξίωμα, ως ένας (ο έβδομος) εκ των επτά αναπληρωτών – επικεφαλής του Εκτελεστικού Γραφείου του Προέδρου της Ρωσίας.
Τον Μάιο του 1998 προβιβάζεται σε πρώτο (από τους επτά) αναπληρωτή του ίδιου γραφείου, ενώ δυο μήνες αργότερα διορίζεται από τον Πρόεδρο Μπορίς Γέλτσιν (έπειτα από υπόδειξη του τότε πανίσχυρου ολιγάρχη Μπορίς Μπερεζόφσκι), διοικητής της FSB, της διαδόχου υπηρεσίας της KGB. Ο Μπορίς Μπερεζόφσκι περιγράφεται ως ο άνθρωπος που δαπάνησε μια περιουσία για να προωθήσει τον Πούτιν στην εξουσία.
Τον Μάρτιο του 1999 έγινε Γραμματέας του Ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας. Στις 9 Αυγούστου του 1999 ο Ρώσος Πρόεδρος ζήτησε και έλαβε την παραίτηση της κυβέρνησης του Πρωθυπουργού Σεργκέι Στεπάσιν (που είχε διοριστεί μόλις 3 μήνες πριν), και διόρισε υπηρεσιακό Πρωθυπουργό, μέχρι να επικυρώσει την εκλογή του η Κρατική Δούμα, τον Βλαντίμιρ Πούτιν.
Ο Γέλτσιν, με τηλεοπτικό διάγγελμα, απευθύνθηκε στον ρωσικό λαό, και τον ενημέρωσε για την αλλαγή Πρωθυπουργού, καθώς και για την απόφασή του να παραιτηθεί από το Προεδρικό αξίωμα στις 31 Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς. Η Δούμα μετά την περίοδο των θερινών διακοπών, συνήλθε στην πρώτη της συνεδρίαση, στις 16 Αυγούστου. Σε αυτή τη συνεδρίαση με ψήφους 233 υπέρ και 84 κατά, επικύρωσε την απόφαση του Προέδρου.
Στις 9 Αυγούστου του 1999 ο Βλαντίμιρ Πούτιν έγινε πρωθυπουργός. Την τελευταία ημέρα του Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου ο Γέλτσιν τού παρέδωσε τους πυρηνικούς κωδικούς.
Η βιογράφος του Πούτιν, Μάσα Γκέσεν, στο βιβλίο της «Βλαντίμιρ Πούτιν: ο άνθρωπος δίχως πρόσωπο» αναγνωρίζει στον Μπερεζόφσκι αλλά και σε αυτό που αποκαλεί «Οικογένεια» (το στενό περιβάλλον του Προέδρου Γέλτσιν) την απόφαση για τη διαδοχή από τον Πούτιν.
Η «Οικογένεια», δηλαδή η κόρη του Γέλτσιν, Τατιάνα, ο προσωπάρχης του Γέλτσιν (και μελλοντικός γαμπρός του), Βαλεντίν Γιουμάσεφ, ο Ανατόλι Τσουμπάις και ο Μπορίς Μπερεζόφσκι, θεώρησαν αδύνατο να αφήσουν τη διαδοχή του Προέδρου Γέλτσιν να δρομολογηθεί από τις εξελίξεις.
Ο Γέλτσιν ήταν πολύ πιθανό να κατηγορηθεί με το όνομά του να εμπλέκεται σε σκάνδαλα και υποθέσεις διαφθοράς. Η τροπή αυτή θα έδινε την ευκαιρία σε οποιονδήποτε να αναρριχηθεί στην Προεδρία επικαλούμενος τον «άσωτο βίο» του προκατόχου του.
Η «Οικογένεια» έπρεπε να επιλέξει τον αντικαταστάτη αλλά και να οργανώσει ένα είδος «ανταλλαγής» ώστε ο Γέλτσιν να γλιτώσει. Με αντάλλαγμα την ασυλία του Προέδρου, παρέδωσαν τη σκυτάλη στον Πούτιν.
Η δημοφιλία του στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1999 δεν ξεπερνούσε το 5%. Οι τρομοκρατικές ενέργειες όμως που έλαβαν χώρα το πρώτο 15ήμερο του Σεπτεμβρίου, με τις βομβιστικές επιθέσεις σε κατοικίες σε αρκετές πόλεις της Ρωσίας, άλλαξε δραματικά την πορεία των γεγονότων. Αποδόθηκαν σε Τσετσένους τρομοκράτες, με τους οποίους η Ρωσία βρισκόταν σε πόλεμο ήδη από το 1994.
Η αποφασιστική αντίδραση του Πούτιν, με τον ανηλεή βομβαρδισμό του Γκρόζνι, κατά τη διάρκεια του δεύτερου πολέμου στη Τσετσενία, τον Οκτώβριο του 1999, εκτόξευσε τη δημοτικότητά του, στο 79%, και του άνοιξε τον δρόμο. Οι φήμες πως οι εκρήξεις ήταν έργο των μυστικών υπηρεσιών διαψεύστηκαν επισήμως, η δημοσιογραφική έρευνα, όμως, έφερε στο φως στοιχεία που αμφισβητούν την επίσημη εκδοχή.
Στις 26 Μαρτίου του 2000 ο Πούτιν κερδίζει τις (πρώτες) Προεδρικές εκλογές με ποσοστό 53.4% των ψήφων έναντι 29.4% του δεύτερου υποψήφιου του Κομμουνιστικού κόμματος, Γκενάντι Ζιουγκάνοφ.
Στις Προεδρικές εκλογές της 14ης Μαρτίου του 2004, οι Ρώσοι επιβράβευσαν την πρώτη προεδρική θητεία του, και με ένα εντυπωσιακό 71.9% την ανανέωσαν για δεύτερη φορά.
Το Σύνταγμα της Ρωσίας δεν επέτρεπε ως το 2020 στον πρόεδρο να διεκδικήσει τρίτη συναπτή θητεία. Έτσι, στις 8 Μαΐου 2008 ο Πούτιν έγινε πρωθυπουργός της Ρωσίας ανταλλάσσοντας τη θέση του προέδρου με τον πρώτο αναπληρωτή πρωθυπουργό του, Ντμίτρι Μεντβέντεφ.
Στο συνέδριο του κόμματος Ενωμένη Ρωσία στη Μόσχα στις 24 Σεπτεμβρίου 2011, ο Μεντβέντεφ πρότεινε επίσημα στον Πούτιν το χρίσμα του κόμματος για να συμμετάσχει στις εκλογές του 2012, μια πρόταση που έγινε αποδεκτή από τον Πούτιν.
Οι δύο άνδρες είχαν συμφωνήσει στην τρίτη υποψηφιότητα του Πούτιν στις εκλογές του 2012. Στις προεδρικές εκλογές του 2012, κέρδισε ποσοστό άνω του 60% και ορκίστηκε ξανά στο ύπατο αξίωμα της χώρας, αν και υπήρχαν αρκετές καταγγελίες για νοθεία. Χιλιάδες οι διαδηλωτές στους δρόμους, εκατοντάδες οι συλλήψεις.
Ο Πούτιν ορκίζεται πρόεδρος για τρίτη φορά στις 7 Μαΐου 2012. Έξι χρόνια μετά, κέρδισε και τις προεδρικές εκλογές του 2018 λαμβάνοντας άνω του 76% των ψήφων.
Οι μυστηριώδεις θάνατοι των επικριτών του
«Αυτή είναι η πολιτική λογική του Κρεμλίνου. Να δημιουργήσει έλλειψη εναλλακτικών για τους Ρώσους, να βεβαιωθεί ότι το τοπίο είναι άγονο», εξήγησε στη WSJ ο Άντριου Βάις, αντιπρόεδρος στο Carnegie Endowment for International Peace. «Θέλουν οι Ρώσοι να βλέπουν τον Πούτιν ως τη μόνη εναλλακτική».
«Ο Πούτιν και το σύστημα του Πούτιν έχουν στηθεί με έναν τρόπο ώστε όλες οι ήττες να αποδίδονται σε κάποιον άλλο, στους εχθρούς, τους προδότες, με πισώπλατα μαχαιρώματα και παγκόσμια ρωσοφοβία. Οπότε αν έχασε κάπου, πρώτον είναι αναληθές, και δεύτερον, δεν ήταν αυτός», επισημαίνει ο ανεξάρτητος πολιτικός αναλυτής Ντμίτρι Ορέσκιν.
«Είναι τόσο καχύποπτος και εμμονικός που μπορεί πλέον να συγκριθεί με τον τύραννο Στάλιν. Βλέπει τους πάντες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που βρίσκονται εντός των ρωσικών υπηρεσιών ασφαλείας και ακόμη και μέσα στον στενό του κύκλο, ως προδότες», σύμφωνα με τον Μπόρις Καρπίτσκοφ, πρώην πράκτορα της KGB, ο οποίος αυτομόλησε στη Δύση.
«Η μεγαλύτερη αμαρτία είναι η προδοσία», όπως ο ίδιος ο Βλαντίμιρ Πούτιν επαναλαμβάνει. Και οι «προδότες», όπως φαίνεται είναι πάρα πολλοί, για αυτό εδώ και 25 χρόνια έχει στηθεί μια επιχείρηση «εκκαθάρισης». Υποθέσεις ανεξιχνίαστες που παραμένουν καταχωρημένες ως δυστυχήματα ή αυτοκτονίες. Όλως τυχαίως είχαν όλες έναν κοινό παρονομαστή.
Αλεξάντερ Λιτβινένκο: Το πρώην μέλος της FSB έγινε αντίπαλος του Βλαντίμιρ Πούτιν και πέθανε έπειτα από δηλητηρίαση με πολώνιο-210 στο Λονδίνο, το 2006
Γεβγκένι Πριγκόζιν: Ο επικεφαλής της Wagner ηγήθηκε μιας αποτυχημένης ανταρσίας, στο πλαίσιο της οποίας οι μισθοφόροι του κατέλαβαν το Ροστόφ και κινήθηκαν προς τη Μόσχα. Το ιδιωτικό τζετ στο οποίο επέβαινε συνετρίβη έπειτα από έκρηξη, με συνέπεια να σκοτωθεί ο Πριγκόζιν και άλλα εννέα άτομα που ταξίδευαν με αυτό.
Μπόρις Νεμτσόφ: Ο ηγέτης της αντιπολίτευσης δέχθηκε τέσσερις πυροβολισμούς στην πλάτη από άγνωστο, σε γέφυρα κοντά στο Κρεμλίνο. Πέντε Τσετσένοι συνελήφθησαν για την επίθεση. Το περιβάλλον του Νεμτσόφ πιστεύει ακόμα ότι το Κρεμλίνο εμπλεκόταν ευθέως στη δολοφονία του.
Άννα Πολιτκόφσκαγια: Η δημοσιογράφος που ασκούσε κριτική στον Βλαντίμιρ Πούτιν και τον ηγέτη της Τσετσενίας, Ραμζάν Καντίροφ, πυροβολήθηκε στο διαμέρισμά της στη Μόσχα το 2006. Πέντε άτομα συνελήφθησαν για τη δολοφονία, αλλά οι εισαγγελείς παραδέχθηκαν ότι ποτέ δεν εξακρίβωσαν ποιος διέταξε την επίθεση σε βάρος της.
Βλαντιμίρ Καρα-Μούρζα: Ένας από τους πιο γνωστούς αντιφρονούντες που έχουν καταδικαστεί με την κατηγορία αυτή. Δηλητηριάστηκε το 2015 και το 2017 και πλέον εκτίει ποινή 25 ετών επειδή κατηγόρησε τον ρωσικό στρατό για εγκλήματα πολέμου.
Μπόρις Μπερεζόφσκι: Από άνθρωπος του Κρεμλίνου είχε μετατραπεί σε επικριτή της κυβέρνησης του Πούτιν και στις αρχές του 2000 εγκατέλειψε τη Ρωσία για να ζήσει στη Βρετανία. Το 2013 βρέθηκε κρεμασμένος στο μπάνιο του σπιτιού του στο Άσκοτ.
Πολλοί από τους συνεργάτες του Μπερεζόφσκι επίσης πέθαναν υπό μυστηριώδεις συνθήκες. Ανάμεσά τους ο Μπάντρι Παταρκατσισβίλι, γεωργιανός ολιγάρχης και συνεταίρος του Μπερεζόφσκι, ο Νικολάι Γκλούσκοφ και ο Γιούρι Γκολούμπεφ, ιδρυτής της πετρελαϊκής Yukos βρέθηκαν νεκροί στο Λονδίνο.
Αλεξέι Ναβάλνι: Ο πιο γνωστός Ρώσος αντιφρονούντας -και ο τελευταίος πραγματικός πολιτικός αντίπαλος του Βλαντίμιρ Πούτιν- ήταν το τελευταίο θύμα, με την αιτία θανάτου να μην έχει αποσαφηνιστεί. Άφησε την τελευταία του πνοή σε φυλακή της Σιβηρίας στις αρχές Μαρτίου 2024.
Ο θάνατός του ήρθε τρία χρόνια αφότου είχε γίνει απόπειρα δολοφονίας με δηλητήριο κάτι που τον κράτησε στο νοσοκομείο επί μήνες, ενώ όταν επέστρεψε στην Ρωσία συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση έως τα 74 χρόνια του.
Βλαντίμιρ Πούτιν εναντίον κανενός και εναντίων όλων. «Θα ήθελα να πω ότι ο βασιλιάς σας είναι γυμνός, και δεν είναι μόνο ένα μικρό αγόρι που φωνάζει γι’ αυτό – είναι πλέον εκατομμύρια άνθρωποι που ήδη φωνάζουν γι’ αυτό. Είναι ολοφάνερο.
Είκοσι χρόνια ανίκανης διακυβέρνησης κατέληξαν σε αυτό: υπάρχει ένα στέμμα που γλιστράει από τα αυτιά του. Ο γυμνός βασιλιάς σας θέλει να κυβερνήσει μέχρι τέλους, δεν νοιάζεται για τη χώρα, είναι προσκολλημένος στην εξουσία και θέλει να κυβερνήσει επ’ αόριστον», έλεγε ο εξασθενημένος από την απεργία πείνας, Αλεξέι Ναβάλνι σε μια εμφάνιση στο δικαστήριο μέσω βιντεοσύνδεσης.
Και (θα) το κάνει.