Το Άστρο της Βηθλεέμ αποτελεί, μέχρι σήμερα, όχι μόνο ένα από τα σύμβολα των Χριστουγέννων, στην κορυφή κάθε στολισμένου δέντρου, αλλά και σύμβολο της ελπίδας. Αποτελεί όμως κι ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια που έχει απασχολήσει «πιστούς» και «άπιστους», την ίδια την επιστήμη και τη θεολογία, εδώ και αιώνες. Ένα θέμα που προκαλεί έντονες διαμάχες και αντιπαλότητες, τόσο για τη φύση του φαινομένου όσο και για την ερμηνεία του. Με τον δογματισμό πολλές φορές να εναλλάσσεται στα άκρα κάθε σκοπιμότητας.
Τι ήταν πραγματικά το αστέρι που έβλεπαν οι Μάγοι; Υπήρξε πράγματι ή προστέθηκε ως εντυπωσιακό στολίδι στο αφήγημα της Θείας Γέννησης, όπως συνέβη και με άλλες γεννήσεις θεών ανά τους αιώνες; Το Άστρο της Βηθλεέμ αποτέλεσε ένα φυσικό φαινόμενο ή ένα θαύμα; Ήταν θεϊκό σημάδι, ένας άγγελος ή κάτι συμπτωματικό; Ένα ανεξήγητο, μεταφυσικό μήνυμα που προμήνυσε την έλευση του Θεανθρώπου, ή ένα σουπερνόβα, μια σπάνια σύνοδος πλανητών, διάττων αστέρας, κάποιος κομήτης ή μετεωρίτης;
Το συγκεκριμένο φαινόμενο απασχόλησε εκτός από θεολόγους και αστρολόγους, αστρονόμους, ιστορικούς, αρχαιολόγους, από την αρχαιότητα έως και σήμερα. Πολλοί, στη διάρκεια της Ιστορίας, επιχείρησαν να δώσουν μια ξεκάθαρη, σαφή εικόνα. Πότε εμφανίστηκε; Πώς έμοιαζε; Ανάμεσα σε δισεκατομμύρια αστέρια εκεί έξω, ποιο ήταν αυτό που ήταν τόσο λαμπερό «εκείνη τη νύχτα»;
Κι όμως, το αστέρι κρατά καλά το κρυμμένο μυστικό του…
Ο τόπος της Γέννησης
Εκεί, νότια της Ιερουσαλήμ, ανάμεσα στ’ αμπέλια, τις ελιές και τις συκιές του κατάφυτου λόφου, του γόνιμου τόπου, του τόπου των άρτων, της Βηθλεέμ για τους χριστιανούς, της Μπέιτ- Λαχμ, του τόπου του κρέατος και των προβάτων για τους μουσουλμάνους, του τόπου όπου σταμάτησε ο Αβραάμ ερχόμενος από τη Μεσοποταμία, και γεννήθηκε ο Δαβίδ, ο σπουδαιότερος βασιλιάς του Ισραήλ, βρίσκεται το σπήλαιο της Θείας Γέννησης του Ιησού Χριστού.
Εκεί, στον ναό, σε σχήμα σταυρού, που έχτισε η Αγία Ελένη, λίγα, δεκατρία σκαλάκια κάτω από το καθολικό, στο δάπεδο, σήμερα υπάρχει ένα μεγάλο δεκατετράκτινο αστέρι, από ασήμι και μάρμαρο, και πάνω από αυτό η Αγία Τράπεζα των ορθοδόξων, λίγο πιο πέρα από την Αγία Φάτνη, που ανήκει στους καθολικούς. Στα βόρεια, μια στέρνα, το «φρέαρ του άστρου», το νερό της Παναγιάς, όπου κάθε ευσεβής άνθρωπος, όταν κοίταζε προς τα κάτω, μπορούσε να δει το άστρο να περνάει από τη μια μεριά στην άλλη.
Το Άγιο Σπήλαιο, ο αυθεντικός τόπος της Γέννησης, της ενσάρκωσης του Θείου Λόγου, σκαλισμένος στον βράχο, σήμερα, φωτίζεται μόνον από καντήλια. Τότε, λίγο πριν, λίγο μετά απ’ ό,τι εμείς σήμερα γιορτάζουμε ως ημερομηνία και έτος της Γέννησης ο τόπος φωτίστηκε αλλιώς…
Το Αστέρι της Επιστήμης…
Σύμφωνα με τον Διονύση Σιμόπουλο, επίτιμο διευθυντή του Ευγενίδειου Πλανηταρίου, και τη Φιόρη-Αναστασία Μεταλληνού, αστροφυσικό, του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, οι πιθανότητες να ήταν ένας διάττων αστέρας (πεφταστέρι), βροχή διαττόντων ή βολίδα, είναι σχεδόν ανύπαρκτες, καθώς πρόκειται για ένα φαινόμενο περιορισμένης χρονικής διάρκειας, που δεν συμβιβάζεται με το δεδομένο της παρουσίας του αστεριού που έβλεπαν οι Μάγοι για αρκετούς μήνες στον ουρανό.
Κάποιοι είπαν ότι επρόκειτο για έναν μετεωρίτη, πράγμα μάλλον απίθανο, καθώς οι μετεωρίτες ήταν και τότε γνωστοί και «συνηθισμένοι», άρα δεν θα μπορούσαν να προκαλέσουν το έντονο ενδιαφέρον μορφωμένων της εποχής, όπως οι Μάγοι. Σε καμία περίπτωση εξάλλου δεν θα μπορούσε να… σταθεί πάνω από την περιοχή.
Αλλοι, όπως ο Ωριγένης, υποστήριξαν ότι επρόκειτο για κάποιον λαμπρό κομήτη. Μια παγωμένη δηλαδή χιονόμπαλα από διοξείδιο του άνθρακα, που καθώς κινείται από τα βάθη του ηλιακού μας συστήματος προς τον Ήλιο εξαχνώνεται και λόγω της πίεσης της ηλιακής ακτινοβολίας δημιουργείται η εντυπωσιακή ουρά του. Το πρόβλημα, σε αυτή την περίπτωση, είναι ότι οι κομήτες μπορεί να βρίσκονται για αρκετούς μήνες στον ουρανό και άρα είναι ορατοί σε όλους, ενώ το Άστρο της Βηθλεέμ το έβλεπαν μόνον οι τρεις σοφοί Μάγοι. Χωρίς να παρακάμψουμε το σοβαρό επιχείρημα ότι για τους περισσότερους λαούς της αρχαιότητας οι κομήτες είχαν αρνητικό συμβολισμό, αποτελούσαν κακούς οιωνούς, προάγγελους καταστροφών και λοιμών, και σίγουρα, έχριζαν διαφορετικού χειρισμού από αυτόν που επέδειξαν οι Μάγοι στο αστέρι της Βηθλεέμ. Εξάλλου, δεν αναφέρεται στα χρονικά της εποχής η εμφάνιση κάποιου λαμπρού κομήτη. Και όπως προκύπτει, ο κομήτης του Χάλεϊ, πέρασε από τη Γη το 12 π.Χ. που είναι αρκετά μακριά από τις προσεγγίσεις που τοποθετούν τη γέννηση του Ιησού μεταξύ 2-7 π.Χ.
Ορατός από όλους είναι και ο υπερκαινοφανής αστέρας (σουπερνόβα). Ένα μεγάλης μάζας άστρο που «γερνά» και περιπίπτει σε… ενεργειακό αδιέξοδο, το οποίο εκτονώνεται με μια σφοδρότατη έκρηξη, η οποία το διασπά «εις τα εξ ων συνετέθη». Αρα, για τον ίδιο λόγο, και αυτή η θεωρία θα πρέπει να αποκλειστεί. Πολύ περισσότερο που παρατήρηση nova ή supernova αστέρα κοντά στο έτος μηδέν δεν υπήρξε. Ενώ οι απλανείς αυτοί αστέρες ούτε κινούνται ούτε παρουσιάζουν στάσεις στην ουράνια σφαίρα και ως εκ τούτου η ύπαρξή τους δεν είναι συνεπής με τις μαρτυρίες.
Τότε, τι ήταν το αστέρι που οδήγησε τους Μάγους στον νεογέννητο Θεάνθρωπο;
Η θεωρία κάποιου πλανήτη, ως Άστρου της Βηθλεέμ, υπήρξε πολύ ισχυρή, καθώς επιστήμονες τεκμηρίωσαν ότι ο πλανήτης Δίας βρέθηκε σε στάση το 7 π.Χ, και μάλιστα στην κορυφή του ζωδιακού φωτός. Του φωτός δηλαδή που εμφανίζεται διάχυτο στον ορίζοντα λίγο μετά το λυκόφως ή λίγο πριν από το λυκαυγές.
Ο αστρονόμος Γ. Κέπλερ το 1614, πιεζόμενος από το ιερατείο, υπολόγισε τη Γέννηση του Χριστού στο έτος 6 π.Χ. και σχετίζει το Άστρο με μια διπλή ή τριπλή σύνοδο-ευθυγράμμιση πλανητών. Στη διάρκεια αυτού του φαινομένου, πλανήτες βρίσκονται τόσο κοντά ώστε να μην ξεχωρίζουν ως δύο σώματα, αλλά ως ένα μεγάλης λαμπρότητας. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι πλανήτες Δίας και Κρόνος στη διάρκεια του 7 π.Χ. ήρθαν σε σύνοδο τρεις φορές, στον αστερισμό των Ιχθύων. Ένα χρόνο μετά, το 6 π.Χ., τους πλησίασε και ο Αρης σχηματίζοντας το καλούμενο «πύρινο τρίγωνο». Τα φαινόμενα αυτά παρατηρήθηκαν πράγματι από τους Βαβυλώνιους επί μήνες. Η άποψη αυτή υποστηρίχτηκε και από αρκετούς σύγχρονους αστρονόμους, οι οποίοι τεκμηρίωσαν τους υπολογισμούς τους με ειδικά λογισμικά και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για τη σπάνια (δεν είχε ξαναδεί η ανθρωπότητα αντίστοιχη για τουλάχιστον 16.000 χρόνια) ευθυγράμμιση του Ήλιου, του Δία, της Σελήνης και του Κρόνου στον αστερισμό του Κριού.
Για τους αστρολόγους της εποχής εκείνης τα γεγονότα αυτά ήταν εκπληκτικά. Ο Κρόνος ταυτιζόταν συνήθως με τον Θεό του Ισραήλ και ο Δίας με τον Μεσσία. Είχαν ενωθεί στον αστερισμό των Ιχθύων, το σημάδι του νερού. Και το νερό πέφτει στη Γη και την καθιστά εύφορη. Κάτι που θεωρήθηκε ότι ήταν ο ρόλος του Ισραήλ μεταξύ των εθνών.
Τέλος, νέες σύνοδοι με τη συμμετοχή των πλανητών Ερμή και Κρόνου καθώς και της Αφροδίτης με τον Δία που συνέβησαν το 3 π.Χ. οδήγησαν τους Μάγους στον προορισμό τους, ο οποίος ήταν πλέον όχι η προσκύνηση του βρέφους στη φάτνη, αλλά του «παιδιού».
Ανάλογη θεωρία ανέπτυξε και ο έλληνας αστρονόμος Κ. Χασάπης, ο οποίος υποστήριξε ότι το φαινόμενο προκλήθηκε από μία μεγάλη σύνοδο των επτά τότε θεωρουμένων πλανητών και στο πλαίσιο αυτό το Άστρο της Βηθλεέμ ήταν ο πλανήτης Κρόνος, τον οποίο αποκαλεί «ηγετικό πλανήτη της μεγάλης συγκεντρώσεως του 6 π.Χ».
Όμως, καμία από τις παραπάνω θεωρίες δεν συγκεντρώνει την γενική παραδοχή της επιστημονικής κοινότητας. Η κύρια αιτία που οι υποθέσεις δεν γίνονται δεκτές είναι ότι, πέρα από το ότι δεν ταιριάζουν με την περιγραφή του ευαγγελιστή Ματθαίου και των άλλων συγγραφέων της εποχής, δεν περιγράφουν αστρονομικά φαινόμενα με ικανή χρονική διάρκεια. Αν υπήρξε κάποιο ασυνήθιστο ουράνιο γεγονός, θα έπρεπε να έχει καταγραφεί και από άλλους αστρονόμους, κυρίως από τους Κινέζους ή τους Βαβυλώνιους, που έχουν καταγράψει κάθε ουράνιο φαινόμενο της εποχής.
Το Άστρο της Βηθλεέμ στα Ευαγγέλια
Η επίσημη εκδοχή, αυτή που ακούμε στη Χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία, και ταυτοχρόνως η μοναδική περικοπή- αναφορά στο Άστρο της Βηθλεέμ στην Καινή Διαθήκη προέρχεται από το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Χωρίς, ωστόσο, στις τέσσερις αναφορές να δίνονται στοιχεία για την εποχή του χρόνου ή άλλες κρίσιμες λεπτομέρειες.
«Όταν δε εγεννήθη ο Ιησούς εις την Βηθλεέμ της Ιουδαίας, κατά τας ημέρας που βασιλεύς ήτο ο Ηρώδης, ιδού μάγοι ήλθον … Και ερωτούσαν … ””πού είναι ο νεογέννητος βασιλεύς των Ιουδαίων; Διότι ημείς είδαμεν τον αστέρα αυτού εις την Ανατολήν και από το ουράνιον αυτό φαινόμενον επληροφορηθήκαμεν την γέννησίν του και ήλθομεν να τον προσκυνήσωμεν””. (…) Τότε ο Ηρώδης εκάλεσε κρυφίως τους μάγους και επληροφορήθη ακριβώς από αυτούς τον χρόνον, κατά τον οποίον είχε φανεί ο αστήρ… Οι δε μάγοι, αφού ήκουσαν τα λόγια του βασιλέως, εξεκίνησαν και επορεύοντο εις την Βηθλεέμ και ιδού το λαμπρόν αστέρι, που είχαν ίδει εις την Ανατολήν, επροπορεύετο και τους ωδηγούσεν, έως ότου ήλθε και εστάθη επάνω από τον τόπον όπου ευρίσκετο το παιδίον (…) Οι μάγοι, όταν είδαν τον αστέρα, εδοκίμασαν πολύ μεγάλην χαράν διότι ευρήκαν πάλιν τον ασφαλή οδηγόν των. (Ματθαίου Β 2-9)
Το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο απευθυνόταν στους χριστιανούς που προέρχονταν από την Ιουδαία και εγγράφεται στις παραδόσεις τους, σύμφωνα με τις οποίες η έλευση ιερών προσώπων συνδέεται άμεσα με την εμφάνιση αστρολογικών ουράνιων φαινομένων και σημείων. Για τον λόγο αυτό ο Ιησούς, ως ο αναμενόμενος Μεσσίας, δεν θα έπρεπε να αποστερηθεί αυτή την αστρολογική συνάφεια.
Προκειμένου να γίνει σαφέστερο το συγκεκριμένο, κρίσιμο για τη διερεύνηση του θέματος σημείο, να θυμίσουμε ότι στο Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, το οποίο απευθυνόταν στους «εξ Ελλήνων χριστιανούς», δεν αναφέρεται η ύπαρξη άστρου, εφόσον η ελληνική φιλοσοφική σκέψη δεν συνέδεε την ύπαρξη ενός θεού με ανάλογα αστρολογικά, υλικά, εξωτερικά φαινόμενα και ουράνια σημάδια.
Η αστρολογία στην υπηρεσία της Παπικής Εκκλησίας
Το Άστρο της Βηθλεέμ, ως αστρολογικό πρόβλημα, απασχόλησε τους… ορθολογιστές θεολόγους της Δύσης, από τον 16ο αιώνα, όταν θέλησαν με επιστημονικοφανή τρόπο να αποδείξουν την ύπαρξή του. Ήταν η αναγκαία και ικανή συνθήκη που θα απεδείκνυε περίτρανα την ιστορική ύπαρξη του Ιησού Χριστού.
Η θέση αυτή άρχισε να ενδιαφέρει την Παπική Εκκλησία από τον 15ο αιώνα και μετά, όταν η αστρολογία είχε γνωρίσει μια δεύτερη άνθηση λόγω της σύνδεσής της με την ιουδαϊκή καμπαλά, μια συλλογή μυστικιστικών και ηθικοπλαστικών εβραϊκών συγγραμμάτων, σύμφωνα με τα οποία η έλευση ιερών προσώπων συνδέεται άμεσα με την εμφάνιση ουράνιων σωμάτων.
Η άποψη αυτή, η οποία ουσιαστικά υποστηρίζει την αστρολογική -και όχι αστρονομική- ερμηνεία του Άστρου, άρχισε να ενδιαφέρει τη Δυτική Εκκλησία εκείνη ακριβώς την εποχή, για έναν βασικό λόγο: είχε αποδεχθεί το γεγονός ότι ο χριστιανισμός ήταν συνέχεια της εβραϊκής θρησκείας, με πραγματοποιημένη την προφητεία περί ελεύσεως του Μεσσία. Αυτό σήμαινε ότι επικρατούσε η άποψη πως ο χριστιανισμός έπρεπε να ακολουθεί τις απόψεις του προχριστιανικού ιουδαϊσμού και ως εκ τούτου και ολόκληρο το αστρολογικό πλαίσιό του. Με άλλα λόγια, η λεγόμενη ιουδαϊκή αστρολογία ήταν ουσιαστικά ενσωματωμένη στο εκκλησιαστικό δόγμα.
Η ενσωμάτωση αυτή ήταν και το αίτιο της δίωξης από την Ιερά Εξέταση πολλών αστρονόμων που πίστευαν ότι ο Ήλιος, και όχι η Γη, ήταν το κέντρο του πλανητικού συστήματος. Κάθε αμφισβήτηση του γεγονότος ότι η Γη ήταν το κέντρο του πλανητικού συστήματος, όπως πρέσβευε η ιουδαϊκή αστρολογία, ήταν άρνηση του χριστιανικού δόγματος και όχι επιστημονική θέση. Ως τέτοια διωκόταν από τη Δυτική Εκκλησία. Ηταν η εποχή που οι αστρολόγοι, όπως ο Κέπλερ, δεν έλειπαν από τις παπικές αυλές, ενώ πολλοί από αυτούς έγιναν κληρικοί κι ανέβηκαν ψηλά στην εκκλησιαστική ιεραρχία…
Η άποψη της Ορθοδοξίας
Για την Ορθοδοξία, στην οποία δεν υπάρχει ανάγκη επιβεβαίωσης της Γέννησης και γενικότερα της ιστορικότητας του προσώπου του Θεανθρώπου, το Άστρο της Βηθλεέμ είναι ένα καθαρά υπερβατικό γεγονός που εντάσσεται στο γενικότερο πλαίσιο της ενσάρκωσης επί της Γης του Υιού και Λόγου του Θεού.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας και η χριστιανική υμνογραφία εντάσσουν την ύπαρξη του Άστρου της Βηθλεέμ στο γενικότερο θαύμα της ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου. Σ’ αυτή τη λογική, το φυσικό γεγονός έρχεται να επιβεβαιώσει την υπερφυσική Γέννηση του Ιησού.
«Ο ευαγγελιστής Ματθαίος απλώς εντάσσει τον θαυμαστό αστέρα στο όλο μυστήριο της ενανθρωπήσεως, που είναι το κεντρικό γεγονός, το γεγονός των γεγονότων, γύρω από το οποίο περιστρέφονται όλα τα άλλα επί μέρους γεγονότα».
Ο ιερός Χρυσόστομος λέει ότι «βεβαίως δεν ήταν αυτό ένα από τα πολλά άστρα, μάλλον δεν ήταν καν άστρο, όπως εγώ τουλάχιστον νομίζω, αλλά κάποια αόρατη δύναμη που πήρε αυτή τη μορφή» («δύναμις τις εις τούτο το είδος μετασχηματισθείσα»). Συνδέει δηλαδή την ύπαρξή του με κάποιο υπερφυσικό φαινόμενο. Προς επίρρωση, αντιστρέφοντας τα επιχειρήματα, επικαλείται την πορεία του (αντί να κινείται από τα ανατολικά προς τα δυτικά, κατευθυνόταν από Βορρά προς Νότον, διότι αυτή είναι η θέση της Παλαιστίνης σε σχέση με την Περσία), το χρονικό διάστημα της εμφάνισής του (δεν φαινόταν κατά τη νύχτα, αλλά μέρα μεσημέρι, ενώ έλαμπε ο Ήλιος), το γεγονός ότι εμφανιζόταν και κρυβόταν ξανά (που δεν έχει να κάνει με την κίνηση των άστρων, αλλά με κάποια έλλογη δύναμη) και, τέλος, από τον τρόπο που «έδειχνε» (δεν «έδειχνε» τον τόπο μένοντας επάνω, αλλά κατεβαίνοντας κάτω «έδειχνε» τόπο τόσο στενό όσο η φάτνη, πάνω από το κεφάλι του «παιδιού»).
Ή, όπως το είχε διατυπώσει ο πατήρ Μεταλληνός, «Το Άστρο της Βηθλεέμ είναι ένα υπερφυσικό φαινόμενο, ανεξαρτήτως αν έχει φυσικές καταβολές».
Η χρονολογία γέννησης του Χριστού
Οι επιστημονικές και θεολογικές έρευνες τοποθετούν τη Γέννηση του Ιησού στο 6-7 π.Χ. Ημερολόγιο με αφετηρία αυτό το γεγονός δημιουργήθηκε από τον Διονύσιο τον Μικρό, ο οποίος εκτελώντας εντολή του Ιουστινιανού όρισε ως έτος ενσαρκώσεως το 1 μ.Χ., αφού τότε ήταν άγνωστη η χρήση των αλγεβρικών αριθμών.
Η 25η Δεκεμβρίου προέκυψε από απόφαση του πάπα Ιουλίου, ο οποίος θέλησε με τα Χριστούγεννα να αντικαταστήσει τη σημαντικότερη ειδωλολατρική γιορτή του Μίθρα, κατά την οποία οι λάτρεις του γιόρταζαν τη «γέννηση του αήττητου Ήλιου» και τη διάβαση του Ήλιου από το χειμερινό ηλιοστάσιο.
Τελικά υπήρξε το Αστρο των Χριστουγέννων; Κι αν ναι, τι ήταν;
Πάνω από 2.000 χρόνια μετά, φαίνεται ότι την απάντηση στο ερώτημα πρέπει να τη δώσει ο καθένας προσωπικά. Οι επιστημονικές προσεγγίσεις δεν ικανοποιούν. Μάλλον τείνουν να αποφανθούν για το τι δεν ήταν, παρά για το τι ήταν.
Το βέβαιον είναι ότι η φαινόμενη κίνηση των ουράνιων σωμάτων (Ανατολή – Δύση) δεν συμπίπτει με την αναφερόμενη κίνηση του Άστρου, έτσι όπως αυτή περιγράφεται. Η λαμπρότητά του σκίαζε ακόμα και τον Ήλιο, αλλά κανείς άλλος πλην των Μάγων δεν το είχε αντιληφθεί. Ένα αστρονομικό φαινόμενο δεν μπορεί να παρουσιάζει τη συμπεριφορά του Άστρου που ανέλαμπε, στεκόταν και κινούνταν «κατά βούληση». Ούτε βεβαίως ένα τόσο μακρινό αστέρι μπορεί να δείξει ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό σημείο, όπως η Βηθλεέμ.
Και από την άλλη, η εξιστόρηση του γεγονότος αυτού δεν είναι απλή ποιητική επινόηση ή μυθική πλοκή, που έχει σαν μόνο σκοπό την παρουσίαση των συνθηκών της ενανθρώπισης του Σωτήρος, αλλά αναμφισβήτητη ιστορική αφήγηση της πραγματικότητας, την οποία κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί αυθαίρετα και χωρίς να έχει την ικανότητα της απόδειξης του αντιθέτου στη βάσει απτών και ακλόνητων επιχειρημάτων.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι το Άστρο της Βηθλεέμ είναι η αγάπη και η αγνότητα των παιδικών μας χρόνων. Βιώματα στα βάθη της ψυχής μας. Και ίσως τα δικά της μάτια πρέπει να χρησιμοποιήσουμε για να το δούμε και να το εξηγήσουμε.
Και ταυτόχρονα ένα Άκτιστο Φως. Σε μια εποχή όπου στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, στον οίκο του άρτου, και όχι μόνο, η αγάπη και η ειρήνη αναζητούν απεγνωσμένα τη φάτνη τους. Μια νέα γέννηση. Επί γης, όχι στον ουρανό. Όπως και τότε…