Το 79 μ.Χ., ο ηλικίας 17 ετών Gaius Plinius Caecilius Secundus, γνωστός ως Πλίνιος ο Νεότερος, κοίταξε προς τον κόλπο της Νάπολης από τη θερινή κατοικία του στο Misenum και είδε τον Βεζούβιο να εκρήγνυται.
«Έπεσε σκοτάδι, όχι το σκοτάδι μιας ασέληνης ή συννεφιασμένης νύχτας», έγραψε ο αυτόπτης μάρτυρας Πλίνιος στις επιστολές προς τον φίλο του ιστορικό Τάκιτο -στο μοναδικό σωζόμενο κείμενο για την καταστροφή της Πομπηίας- «αλλά σαν να έσβησε η λάμπα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο».
Χωρίς να το γνωρίζουν, τόσο ο Πλίνιος όσο και ο διάσημος θείος του, Πλίνιος ο Πρεσβύτερος, ναύαρχος του ρωμαϊκού ναυτικού και σεβαστός φυσιοδίφης, εκείνη την ημέρα θα χάνονταν χιλιάδες ζωές όχι μόνο από τη λάβα, αλλά κυρίως από τα σύννεφα ελαφρόπετρας και στάχτης που έπνιξαν τα πάντα. Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος οργάνωσε μία επιχείρηση εκκένωσης και διάσωσης των ανθρώπων που ζούσαν κοντά στο ηφαίστειο στέλνοντας πλοία, όμως το πρωί βρέθηκε νεκρός -πιθανότατα από ασφυξία που προκλήθηκε από τα δηλητηριώδη αέρια που εισέπνευσε-, μαζί με περισσότερους από δύο χιλιάδες κατοίκους της Πομπηίας και του Herculaneum.
Όμως η ιστορία «της πόλης που πάγωσε στον χρόνο» συνεχίστηκε. Όταν η θαμμένη κάτω από την ηφαιστειακή τέφρα Πομπηία αποκαλύφθηκε άνοιξε ένας κανούργιος κύκλος.
«Από την εκ νέου ανακάλυψή της στα μέσα του 18ου αιώνα», γράφει το National Geographic, «η Πομπηία έχει γίνει το σκηνικό μια ατελείωτης σειράς κυνηγών θησαυρών και αρχαιολόγων», για να μην αναφέρουμε τους ταξιδιώτες, με πρώτους τους αριστοκράτες της εποχής που έκαναν το Grand Tour της Ευρώπης.
Το 1787, ο Γκαίτε ανέβηκε στον Βεζούβιο και κοίταξε στον κρατήρα. «Έγραψε με απογοήτευση ότι η πιο φρέσκια λάβα ήταν ήδη πέντε ημερών και ότι το ηφαίστειο ούτε φωτιά είχε, ούτε τον έριξε κάτω εκτοξεύοντας πέτρες», όπως σημειώνει η Amelia Soth σε άρθρο με τίτλο «Η μανία της Πομπηίας», που αναφέρεται στην περίοδο του Ρομαντισμού, μανία που έφτασε στο αποκορύφωμα με το έργο του συγγραφέα, ποιητή και πολιτικού Έντουαρντ Μπούλβερ-Λίτον «Οι τελευταίες μέρες της Πομπηίας» (1834), «το πιο δημοφιλές μυθιστόρημα της εποχής».
Ωστόσο η Πομπηία δοκιμάστηκε σκληρά ακόμη μία φορά, όταν το 1943 βομβαρδίστηκε από τους Συμμάχους, με αποτέλεσμα την καταστροφή «μερικών από τα πιο διάσημα μνημεία της, όπως και του μουσείου της».
Όπως γράφει ο Βρετανός ιστορικός και αρχαιολόγος Νάιτζελ Πόλαρντ στο βιβλίο του «Bombing Pompeii: World Heritage and Military Necessity» (University of Michigan Press, 2020), περισσότερες από 160 βόμβες των Συμμάχων έπληξαν την Πομπηία τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο εκείνης της χρονιάς.
Λίγοι από τους τουρίστες που συρρέουν στο Αρχαιολογικό Πάρκο της Πομπηίας γνωρίζουν πόσα από όλα όσα βλέπουν έχουν αποκατασταθεί από τότε, ενώ μόλις τα τελευταία χρόνια «η βιβλιογραφία και η επιστημονική κοινότητα έδωσαν τη δέουσα προσοχή στα δραματικά αυτά γεγονότα, που αποτελούν θεμελιώδη καμπή στη σύγχρονη ιστορία του τόπου», όπως υπογραμμίζει η αρχαιολόγος Σίλβια Μπερτεζάγκο.